Η πρώτη αναφορά που έχουμε για το Παπίκιο Όρος είναι το 1083 δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι οι πρώτες εγκαταστάσεις μοναχών στην περιοχή θα πρέπει να αναχθούν σε προγενέστερους χρόνους. Οι μοναχοί ζητούσανε καινούργιους τόπους λατρείας και άσκησης σε άγριες ορεινές και δύσβατες περιοχές. Έτσι ιδρύθηκε σιγά - σιγά το μοναστικό κέντρο του Παπικίου Όρους το Άγιος Όρος της Ροδόπης.
Το Παπίκιο Όρος έχει ύψος 1463 μέτρα. Το άγριο αυτό περιβάλλον προσέλκυσε τους ασκητές και τους ερημίτες που επιζητούσαν την πλήρη απομόνωση από τους πειρασμούς για να πλησιάσουν το θείο. Σύμφωνα πάντα με τις ιστορικές μαρτυρίες συμπεραίνουμε ότι στο Παπίκιο Όρος υπήρχαν από τον 11ο μέχρι τον 14ο αιώνα ιερές μονές και ήταν από τα σημαντικότερα μοναστικά κέντρα της Βυζαντινής περιόδου. Σημαντικές πληροφορίες για την μοναστηριακή κοινότητα του Παπικίου αντλούμε και από τους δύο Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο ιδρυτών της μονής Παναγίας Σουμελά του Πόντου που όταν ήλθαν από την Αθήνα στην Μαρώνεια με καράβι πήγαν στον τοπικό μητροπολίτη Μαρωνείας και τον ενημέρωσαν ότι θα επισκεφθούν το Παπίκιο. Εκεί διαπίστωσαν την ύπαρξη περίπου 370 μοναστηριών από τα οποία σημαντικότερα ήταν η Παναγία η Ελεούσα που βρισκόταν στο ανατολικό τμήμα του Παπικίου και τον Ευαγγελιστή Λουκά στα δυτικά του.
Οι ιερές μονές του Παπικίου ήταν εντελώς αυτοκέφαλες. Στο Παπίκιο Όρος μόνασαν επιφανή πρόσωπα του Βυζαντίου. Είναι μέρος αγιασμένο από την θυσία και την ασκητική ζωή των μοναχών καθώς ήταν κατά την βυζαντινή περίοδο μοναστικό ξακουστό κέντρο οργανωμένο σύμφωνα με το σύστημα του Αγίου Όρους.
Με τις μονές του Παπικίου Όρους έχουν συνδεθεί σπουδαίες μορφές της Εκκλησίας όπως ο Άγιος Μάξιμος ο Καυσοκαλυβίτης αυτός γεννήθηκε στην Λάμψακο του Ελλησπόντου το 1280, έγινε μοναχός στο όρος Γάνο της Ανατολικής Θράκης. Μετά από λίγο έφυγε και πήγε για κάποιο διάστημα στο Παπίκιο. Εκεί έμεινε μαζί με άλλους ασκητές. Ακολούθως πήγε στο Άγιο Όρος όπου διέμενε σε διάφορες πρόχειρες καλύβες τις οποίες μετά από λίγο καιρό έκαιγε, για να μην έχει κάτι δικό του. Έτσι απέκτησε τον τίτλο του Καυσοκαλυβίτη, απεβίωσε το 1375 σε ηλικία 95 ετών. Βιογράφος του ήταν και ο Άγιος Θεοφάνης Μητροπολίτης τότε του Περιθεωρίου-Αναστασιούπολης που βρίσκεται νότια του σημερινού οικισμού των Αμαξάδων.
Επίσης μόνασε εδώ και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο οποίος πηγαίνοντας τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος παρέμεινε τον χειμώνα του 1316/17 στο Παπίκιο, όπου διεξήγαγε θεολογικό διάλογο με ομάδες αιρετικών και μάλιστα με τους πιο σοφούς από αυτούς με τα επιχειρήματά τους όμως με τον σωστό λόγο του κατάφερε να κάνει και τον σοφότερο από αυτούς να επιστρέψει στην Ορθοδοξία. Αυτό όμως δεν άρεσε στους υπόλοιπους αιρετικούς και έτσι όταν έφυγε του δώσανε τρόφιμα να έχει για τον δρόμο, τα οποία όμως ήταν ποτισμένα με δηλητήριο. Αυτόν όμως τον βοήθησε ο Θεός, υποψιάστηκε ότι κάτι έχουν τα τρόφιμα και μόλις τα έδωσε και τα έφαγε ένας σκύλος έπεσε νεκρός.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν μια σπάνια περίπτωση στη ζωή της Εκκλησίας, ήταν θεολόγος, φιλόσοφος, λόγιος, κληρικός, μοναχός. Επίσης οι γονείς του και τα πέντε αδέλφια του γίνανε όλοι μοναχοί. Μετά από κάποια χρόνια εκλέχθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Απεβίωσε το 1359 στην Θεσσαλονίκη όπου φυλάγονται τα λείψανά του και θεωρείται ως συμπολιούχος με τον Άγιο Δημήτριο.
Εδώ επίσης το 1195 προσήλθε ο βασιλιάς της Σερβίας Στέφανος Α' Νεμάνια, μέγας πρίγκιπας του Μεγάλου Πριγκιπάτου της Σερβίας, ήταν αυτός που ίδρυσε την Σερβική Αυτοκρατορία καθώς και την Εκκλησίας της Σερβίας. Αυτός αφού εγκατέλειψε πλούτοι, τιμές, δόξα, ασπάσθηκε το μοναχικό σχήμα και πήρε το όνομα Συμεών. Μετά από τρία χρόνια έφυγε και πήγε στο Άγιο Όρος όπου ίδρυσε την Μονή Χιλανδαρίου απεβίωσε το 1199. Η Σερβική Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο με το όνομα Άγιος Συμεών ο μυροβλήτης.
Έχουμε και μια γυναικεία μορφή που μόνασε εδώ μέχρι το τέλος της ζωής της αφού ίδρυσε γυναικεία μονή, αυτή είναι η Μαρία η Βοτανειάτη κόρη του βασιλιά της Γεωργίας, σύζυγος δύο βυζαντινών αυτοκρατόρων και μητέρα συναυτοκράτορα.
Εδώ μόνασε και ο πρωτοστάτωρ Αλέξιος Αξούθ αυτός ήταν επικεφαλής των αυτοκρατορικών στατόρων (ιπποκόμων). Εκείνη την εποχή αυτοί είχανε μεγάλη δύναμη και εξουσία. Ο αυτοκράτωρ Μανουήλ ενώ ήταν στην Σόφια συνέλαβε το 1168 τον Αλέξιο Αξούθ επειδή είχε υπόνοιες ότι επιβουλεύεται τον θρόνο του και τον ανάγκασε να γίνει μοναχός. Αυτός όμως ήταν εθισμένος στην κρεατοφαγία και επειδή στις μονές του Παπικίου απαγορευότανε αυστηρά η κρεατοφαγία υπέφερε αφού αναγκαζότανε να τρώγει χόρτα, λαχανικά και ψάρια.
Τελευταίος γνωστός βυζαντινός που μόνασε εδώ ήταν ο σεβαστοκράτωρ Αλέξιος αυτός ήταν νόθος γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνού και της ερωμένης ανιψιάς του Θεοδώρας κόρη της αδελφής του, γεννήθηκε το 1160. Τον συνέλαβε ο αυτοκράτωρ Ισαάκειος Β' Άγγελος το 1191 επειδή είχε υπόνοια ότι τον αντιπολιτεύεται, έτσι ενώ ήταν στην Δράμα τον συνέλαβε οπότε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη σταμάτησε στην Μαξιμιανούπολη, από εκεί με συνοδεία στρατιωτών τον έστειλε στο Παπίκιο Όρος όπου μόνασε στο ίδιο μοναστήρι που μόνασε ο Αλέξιος Αξούθ.
Εκτός βέβαια από τα ανωτέρω γνωστά πρόσωπα που μόνασαν όλα αυτά τα χρόνια μόνασαν χιλιάδες άγνωστοι μοναχοί που απαρνήθηκαν τα εγκόσμια για να πλησιάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τον Θεό. Σήμερα σε όλο το Παπίκιο λειτουργεί μια μόνο μονή η οποία κτίσθηκε με ενέργειες του αείμνηστου ιερέα του Σώστη πατέρα Μάξιμου στα τέλη της δεκαετίας του 1990 αυτός δεν πρόλαβε να χαρεί την ανέγερσή της γιατί σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα έξω από την Αλεξανδρούπολη.
Η μοναστική Πολιτεία του Παπικίου Όρους άγνωστη σε πολλούς προϋπήρξε του Αγίου Όρους. Από τις ανασκαφές που γίνανε βρέθηκαν οργανωμένα μοναστηριακά συγκροτήματα. Επίσης βρέθηκαν εκτός από τα ανωτέρω κινστέρνες (δεξαμενές), αποθήκες, μύλοι, λουτρώνες, αλλά και νομίσματα, μολυβδόβουλα, εικονίδια, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, θραύσματα αγγείων, μαχαιρίδια, κανάτες, πήλινα κηροπήγια και πολλά άλλα.
Οι εμφύλιοι πόλεμοι που διεξήχθησαν αποκλειστικά στον χώρο της Θράκης από τους βυζαντινούς επιτάχυναν τον μαρασμό του Παπικίου. Επίσης η κατάλυσης της βυζαντινής κυριαρχίας την περιοχή από τους Οθωμανούς το 1362 περίπου εκατό χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινούπολης συντόμευσε τον χρόνο λειτουργίας των λίγων μοναστηριών που είχαν κατορθώσει να επιβιώσουν μέχρι τότε. Από όλα τα ευρήματα αποδεικνύεται ότι το Παπίκιο είχε άμεση επικοινωνία με τους γύρω οικισμού, αλλά και με την Κωνσταντινούπολη. Κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους παρά το γεγονός ότι το Παπίκιο δεν υφίσταται πια ως μοναστικό κέντρο, ωστόσο η ευρύτερη περιοχή του Παπικίου δεν έπαυσε να κατοικείται, κοντά στα μοναστηριακά συγκροτήματα οι κάτοικοι των γύρω οικισμών οι οποίοι οπωσδήποτε ήταν χριστιανοί εργάτες γης υποτακτικοί των ιερών μονών αφού αλλαξοπίστησαν με την βία παραμείνανε εκεί και καλλιεργούσανε τα κτήματα των μονών αφού τα ιδιοποιηθήκανε.
Τέτοιοι οικισμοί είναι ο παλαιός Ληνός (Κιουπλού) η Γενετή, η Πόα (Κουγιού Ντερέ), η Κεφρασιά, η Μ. Άδα, τα Σύμβολα, η Θάμνα, η παλιά Φωλιά και γενικά όλα τα χωριά του Γιακά από τα οποία οι πρόγονοι των σημερινών περισσοτέρων κατοίκων τους ήταν πομάκικης καταγωγής που μέχρι και σήμερα έχουν συγγενικές σχέσεις με Πομάκους των οικισμών που βρίσκονται στη νότια Βουλγαρία κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα. Θεμέλια και απομεινάρια των ιερών μονών υπάρχουν σ' όλο το Παπίκιο Όρος, που βέβαια περιμένουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία να αναδείξει τον πλούτο της. Από τον μεγάλο αριθμό των 350-370 μονών που υπήρχαν σύμφωνα με τα γραπτά των μοναχών και περιηγητών μέχρι σήμερα έχουν εντοπισθεί οι 70 μονές και έχουν ανασκαφεί μόνο οι πέντε. Γι' αυτό θα πρέπει να αναδείξει και να αξιοποιήσει η τοπική αυτοδιοίκηση σε συνεργασία με την Πολιτεία το Παπίκιο Όρος. Όπως θα πρέπει να επιστραφούν στην Ροδόπη όλα τα ευρήματα Βυζαντινής εποχής που μετά από τις ανασκαφές που έκανε ο άξιος αρχαιολόγος κ. Νίκος Ζήκος είχαν μεταφερθεί όλα στο Μέγαρο Τοκου στην Καβάλα όπου στεγάζεται η 12η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Καβάλας. Όμως πριν λίγο καιρό μεταφέρθηκαν μαζί με άλλα ευρήματα του Παπικίου Όρους και εκτίθενται τόσο το χρυσό δαχτυλίδι - σφραγίδα της αυτοκράτειρας Μαρίας Βατανιάτη, όσο και άλλα αξιόλογα ευρήματα στις προθήκες του Βυζαντινού Μουσείου Διδυμοτείχου. Μετά απ' όλα αυτά θα πρέπει, επειδή το χρυσό δαχτυλίδι - σφραγίδα είναι το "σήμα κατατεθέν" του Παπικίου Όρους, αφού δημιουργηθεί αίθουσα βυζαντινών εκθεμάτων στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κομοτηνής να επιστραφούν και να τα εκθέσουν εδώ στην Κομοτηνή στον τόπο που ανευρέθησαν.
Ερευνά και γράφει ο Παράσχος Ανδρούτσος