Η πρόσφατη ευρω-τουρκική αντιπαράθεση, ιδιαίτερα σε επίπεδο ρητορικής, έχει οδηγήσει ουκ ολίγους αξιωματούχους και μελετητές σε έναν αρκετά ενδιαφέροντα αλλά και ριψοκίνδυνο παραλληλισμό: Ο Ιταλός πρωθυπουργός Draghi δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον Erdoghan δικτάτορα (Reuters 2021), ενώ o Jacques Attali, στρατηγικός σύμβουλος του Προέδρου Francois Mitterrand παραίνεσε τα εξής σε tweet του τον Σεπτέμβριο του 2020: «Πρέπει να ακούμε τι λέει ο Ερντογάν. Να τα πάρουμε πολύ σοβαρά και να ετοιμαστούμε να δράσουμε, με κάθε τρόπο. Εάν είχαμε λάβει σοβαρά υπόψη τις ομιλίες του Führer από το 1933 έως το 1936, θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε αυτό το τέρας να αποκτήσει τα μέσα για να κάνει αυτά που εξήγγειλε» (Attali Tweet 2020).
Η προσπάθεια της ταύτισης ενός καθεστώτος με τη Ναζιστική Γερμανία φαίνεται να είναι ένας αγώνας πινγκ-πονγκ ανάμεσα σε Ευρώπη και Άγκυρα, καθότι σε πρόσφατη ομιλία του ο Τούρκος πρόεδρος παραλλήλισε την ‘ισλαμοφοβία που κυριαρχεί στην γηραιά Ήπειρο με τον αντισημιτισμό πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο’ (Hurriyet Daily 2021). Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης δεν είναι να υπεισέλθει σε αυτή την διαμάχη αλλά να εξετάσει και να συγκρίνει τον σύγχρονο τουρκικό αναθεωρητισμό με την εξωτερική πολιτική της χιτλερικής Γερμανίας υπό το πρίσμα κοινών ιδεών που φαίνονται να τις διέπουν. Κύριο σημείο αναφοράς είναι ο γεωπολιτικός όρος του ‘ζωτικού χώρου’, ο οποίος θα αναλυθεί διεξοδικά, ενώ στη συνέχεια θα μελετηθεί ως κομμάτι της υψηλής στρατηγικής των δύο κρατών.
Η θεωρία του ζωτικού χώρου (Lebensraum)
Η θεωρία του ζωτικού χώρου είναι συνυφασμένη με τον Γερμανό γεωγράφο, γεωπολιτικό, γεωστρατηγιστή, πατέρα της «Πολιτικής Γεωγραφίας», και της Γερμανικής Γεωπολιτικής Σχολής, Friedrich Ratzel, αν και η πατρότητα του όρου εσφαλμένα αποδίδεται στον ίδιο, καθώς είχε ήδη χρησιμοποιηθεί από τον Goethe, αλλά και τον βιολόγο Oscar Peschel, το 1860 (Στογιάννος, 2017, σ.261). Το 1901, ο Ratzel εκδίδει το «Der Lebensraum: Eine Biographische Studie» (μτφρ. Περί του Ζωτικού Χώρου μία βιογεωγραφική μελέτη), ωστόσο είχε ήδη εισάγει τον όρο στην γερμανική γεωγραφία από το 1897 (Στογιάννος, 2017, σ.261). Εκεί ο γεωγράφος επισημαίνει πως «ένας λαός, μία εθνότητα, ένα είδος εξαπλώνεται μόνο μέσω εποικισμού» και προσθέτει επίσης ότι «για την ανθρωπότητα, ο όρος “ζωτικός χώρος” που ονομάσθηκε και οικουμένη, είναι πολύ σημαντικός» (Μάζης, 2017, σ.99, Ratzel, 2018, σ. 8,13). Απαραίτητη διευκρίνιση είναι ότι με τον όρο “εποικισμός”, ο γεωγράφος δεν εννοούσε απαραίτητα κατάκτηση, αλλά διεύρυνση/επέκταση περιοχών οικονομικής, εμπορικής και πολιτισμικής επιρροής (Μάζης, 2017, σ.99). Την περιοχή του ιδιότυπου αυτού «εποικισμού» ο Friedrich Ratzel αποκαλεί «περιοχή επεκτάσεως» και, δεδομένης της εμφανιζομένης αντιφάσεως μεταξύ της «κινήσεως της ζωής» και του «αμεταβλήτου γήινου χώρου», προκύπτει ο διαρκής αγώνας για χώρο (Der Kampf um Raum), η πάλη δηλαδή μεταξύ των λαών εξαιτίας της αίσθησης περιορισμού με μοναδικό σκοπό την εξασφάλιση χώρου (Μελισσάρης, 2020, σ.21).
Στο κείμενο του ο Ratzel δεν προβαίνει στην καταγραφή ενός ορισμού περί του Ζωτικού Χώρου, ωστόσο θα παραθέσουμε δύο ορισμούς από μελετητές του έργου του. Αφενός, ο Troll ορίζει τον Ζωτικό Χώρο ως «τη γεωγραφική περιοχή στην οποία αναπτύσσονται οι ζώντες οργανισμοί», αφετέρου, ο Smith περιγράφει τον Ζωτικό Χώρο ως «τη γεωγραφική επιφάνεια η οποία απαιτείται για να υποστηρίξει ένα έμβιο είδος με το τρέχον πληθυσμιακό μέγεθος και με τον τρόπο της ύπαρξής του (mode of existence)» (Στογιάννος, 2017, σ.261-2, Troll and Fischer, 1949, σ.114, Smith, 1980, σ.53). Ο Ratzel εισήγαγε τον όρο Ζωτικός Χώρος, έχοντας καθαρά βιογεωγραφική έννοια, κάτι το οποίο είναι εμφανές στο κείμενό του – Der Lebensraum: Eine Biographische Studie – (Μάζης, 2017, 89), το οποίο δεν αποτελεί ένα πολιτικο-γεωγραφικό ανάγνωσμα, αλλά βιογεωγραφικό (Στογιάννος, 2017, 262). Επομένως, η υιοθέτηση του όρου από τους ιθύνοντες της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας (Troll and Fischer, 1949, σ.110), αλλά και γενικότερα η μεταφορά του όρου στο πολιτικό πεδίο, αποτελεί παρέκκλιση από την βιογεωγραφική έννοια την οποία του είχε προσδώσει ο Ratzel (Μάζης, 2017, σ.89).
H επίδραση της θεωρίας του ζωτικού χώρου στην νταβουτογλιανή σκέψη
O Ahmet Davutoğlu, πρώην Υπουργός Εξωτερικών και Πρωθυπουργός της Τουρκικής Δημοκρατίας, και νυν Πρόεδρος του Gelecek Partisi, αποτελεί μια από τις ηγετικές προσωπικότητες της ισλαμιστικής «ελίτ» διανοήσεως στην Τουρκία, και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την τουρκική εξωτερική πολιτική με την νέο-οθωμανικών κατευθύνσεων σκέψη του, αφ’ ης αναλήψεως της εξουσίας από το AKP, μέχρι σήμερα, παρά την απομάκρυνση του το 2016 (Μάζης, 2008, σ.59). Ως επικεφαλής σύμβουλος του πρωθυπουργού επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, αλλά και μέσω όλων των θέσεων που υπηρέτησε, καθοδήγησε σε μεγάλο βαθμό την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Erdoğan, χρησιμοποιώντας την έννοια του «στρατηγικού βάθους» (Μάζης, 2008, σ.60), την οποία και ανέλυσε στο ομώνυμο βιβλίο του. Σύμφωνα με αυτήν, η Τουρκία λόγω του «γεωγραφικού» αλλά και του «ιστορικού» της βάρους, ούσα διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τοποθετείται στο επίκεντρο πολλών γεωπολιτικών πεδίων επιρροής (Μάζης, 2008, σ.60, Murinson, 2006, σ. 947-948). Δεδομένου αυτών, ο Davutoğlu στο βιβλίο του εισηγείται έναν νέο στρατηγικό προσανατολισμό, ο οποίος να ανταποκρίνεται στην ιστορική παρακαταθήκη και την σφαίρα επιρροής της Τουρκίας (Τζιάρρας, 2020, σ.95, Νταβούτογλου, 2010, σ.159-160). Προτού συνεχίσουμε στην ανάλυση μας, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ορισμένα στοιχεία για τον νεο-οθωμανισμό.
Οι ρίζες του εντοπίζονται στο ιδεολογικό ρεύμα του οθωμανισμού (osmanlılık ή osmanlıcılık) του 19ου αιώνα, το οποίο αφορούσε την εγκαθίδρυση ενός οθωμανικού έθνους που θα εγκόλπωνε το σύνολο των υποκειμένων της αυτοκρατορίας υπό μία κοινή ταυτότητα και, θεωρητικά, επί ισοτίμου βάσεως. Ο σύγχρονος νέο-οθωμανισμός, ο οποίος αποτελεί ένα εύπλαστο και πολυδιάστατο ιδεολογικό και ταυτοτικό αφήγημα, έχει καθιερωθεί ως η διανοητική θέση περί ενίσχυσης της εσωτερικής συνοχής και χάραξης της υψηλής στρατηγικής της Τουρκίας από την περίοδο διακυβέρνησης του Turgut Özal και μετέπειτα (Τρούλης, 2013, σ. 121, Νταβούτογλου, 2010, σ.146), ενώ σήμερα είναι σε μεγάλο βαθμό συνυφασμένος με την πολιτική του ΑΚΡ (Yalvaç, 2012, σ. 173, Τζιάρρας και Μούδουρος, 2016, σ.69). Η απαρχή του δόγματος του νέο-οθωμανισμού λοιπόν εντοπίζεται στην πολιτική του Özal, στην πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική της κυβερνήσεως Erbakan, και στη συστημική προσέγγιση της γεωπολιτικής από τον Davutoğlu (Μάζης, 2008, σ.60, Murinson, 2006, σ. 947, Τρούλης, 2013, σ. 127).
Η επίδραση τόσο της Αγγλοσαξονικής, όσο και της Γερμανικής Σχολής της Γεωπολιτικής στο πόνημα του Davutoğlu είναι εμφανής, ειδικά στον τομέα της ορολογίας καθώς χρησιμοποιεί όρους όπως «Lebensraum», «Hinterland», «pivotal country», «Rimland» (Özkan, 2014, σ.123, Erşen, 2014, σ.91, Özkan, 2014). Ο Davutoğlu σε αρκετά σημεία στο κείμενό του προβαίνει στη χρήση του όρου Lebensraum, όταν επισημαίνει ότι η Τουρκία θα πρέπει να κυριαρχήσει στην εγγύς χερσαία περιοχή της (Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Καύκασος), ούτως ώστε να επεκτείνει την σφαίρα επιρροής και τον ζωτικό της χώρο, χρησιμοποιώντας τον όρο “hayat alanı”, ο οποίος είναι απευθείας μετάφραση του Lebensraum (Özkan, 2014, σ. 119, Gardner, 2015, Özkan, 2014, Avcı and Kurnaz, 2018, σ. 184, Özkan, 2014). H Τουρκία λοιπόν, κατά τον Davutoğlu, θα πρέπει να προβεί σε ανασύσταση της «Hinterland» – ενδοχώρας – μέσω της απόκτησης ενός νέου «Lebensraum» ειδάλλως θα καταρρεύσει λόγω της προσκόλλησης της στο status quo (Özkan, 2014, σ. 123).
Η χρησιμοποιούμενη ορολογία στην εισαγωγή του κειμένου, περί «φυσικών» και «πολιτικών συνόρων», περί της «κεντρικής στρατηγικής περιοχής» (Mittelage) και του «αγώνος για χώρο» (Kampf um Raum), σύμφωνα με τον Ι. Μάζη, «μας αναγκάζουν να θεωρήσουμε ότι ο συγγραφεύς κινείται στον χώρο των ρατσελιανών θεωριών περί ζωτικού χώρου (Lebensraum)». Κατόπιν προσθέτει: «Η επιμονή του στις έννοιες του ιστορικού και του γεωγραφικού βάθους [..] είναι η πιστή αντιγραφή της ρατσελιανής «τρίτης αρχής περί φύσεως του κράτους»». (Μάζης, 2013, σ.38). Επιπρόσθετα, σχετικά με την άποψη του Davutoğlu περί γεωπολιτικών ορίων (frontier) και πολιτικών συνόρων (boundary) (Νταβούτογλου, 2010, σ.50-51), ο Ι. Μάζης σημειώνει την ομοιότητα αυτής με την ρατσελιανή έννοια της Raumsinn («αίσθηση του χώρου»), ή του χαουζχοφεριανού όρου Grenzen (“όρια”) (Μάζης, 2013, σ.39). καταδεικνύοντας έτι περαιτέρω τον βαθμό επηρεασμού της Γερμανικής σχολής της Γεωπολιτικής επί του νταβουτογλιανού έργου.
Η θεωρία περί Ζωτικού Χώρου του Ratzel επηρέασε άμεσα γεωγράφους, πολιτικούς επιστήμονες και ανθρωπολόγους. Η ιδέα ενσωματώθηκε από τον Σουηδό Rudolf Kjellen στη θεωρία του για τη «γεωπολιτική», και έγινε δεκτή και από τον Γερμανό γεωπολιτικό Karl Haushofer μετά το 1918 (Smith, 1980, σ. 55, Kruszewski, 1940). Ωστόσο, σύμφωνα με τον C. Abrahamsson, η συγκεκριμένη αλληλουχία προσώπων – Ratzel, Kjellen, Haushofer – δεν είναι αρκετή για να καταδείξει την εξέλιξη – γενεαλογία – της θεωρίας (Abrahamsson, 2013, σ. 43). Το γεγονός πάντως ότι ο όρος Ζωτικός Χώρος ενσωματώθηκε στην γερμανική πολιτική ρητορική (Στογιάννος, 2017, σ.262), αλλά και η χρησιμοποίηση του όρου, όπως επισημαίνει ο Davutoğlu «ως η επιστημονική βάση της επεκτατικής πολιτικής που ακολούθησαν οι δυτικές αποικιοκρατικές δυνάμεις» (Νταβούτογλου, 2010, σ.172), καταδεικνύουν την παρέκκλιση του όρου από το καθαρά βιογεωγραφικό ερευνητικό πεδίο.
Στο πόνημα του Davutoğlu υπάρχουν αρκετά αποσπάσματα, δια των οποίων μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο συγγραφέας επηρεάσθη άμεσα από την γερμανική κλασική σχολή της Geopolitik και ειδικότερα από τον Friedrich Ratzel (Μάζης, 2013, σ.57)
Ζωτικός χώρος και γερμανικός αναθεωρητισμός
Στην γερμανική περίπτωση, η έννοια του ‘ζωτικού χώρου’ είναι συνυφασμένη στην κοινή συνείδηση με την εθνοσοσιαλιστική ιδεολογία και την επιβολή της άριας φυλής στους ‘υποδεέστερους’ (κατά τις ψευτοεπιστημονικές θεωρίες των ναζί περί ευγονικής) λαούς της Ανατολικής Ευρώπης. Ωστόσο, η επίτευξη της απόλυτης ηγεμονίας στην γηραιά ήπειρο και η επέκταση προς ανατολάς αποτέλεσε ευσεβή πόθο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας πολύ πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.
Η θεωρία του Ratzel περί ζωτικού χώρου συνδεόταν άμεσα με την στοχοθεσία της Γερμανίας στις αρχές του 20ου αιώνα: ο πρόσφατα ενοποιημένος γίγαντας είχε ήδη αναδειχθεί στην μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της ηπειρωτικής Ευρώπης και η δημογραφική της άνοδος ήταν αλματώδης. Η κάλυψη των αναγκών του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού θα μπορούσε εύκολα να συντελεστεί από τις αχανείς στέπες της ανατολικής Ευρώπης (και δευτερευόντως τις υπερπόντιες αποικίες) και κυρίως την Ουκρανία, γνωστή και ως σιτοβολώνα της Ευρώπης. Ο επιδιωκόμενος ζωτικός χώρος αντικατοπτρίζεται εμφανώς στο σχέδιο του Σεπτεμβρίου (Septemberprogramm) το οποίο εκπονήθηκε από την γερμανική κυβέρνηση στις αρχές του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου.
Το πλάνο αυτό παρουσιάζει μια Ευρώπη την επαύριο ενός γερμανικού θριάμβου στον Μεγάλο Πόλεμο. Σε ένα ιδεατό σενάριο όπου η Γερμανία θα πετύχαινε μία ταχεία και αποφασιστική νίκη κατά της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της Γαλλίας, προβλεπόταν η σημαντική επέκταση του Ράιχ τόσο προς την Δύση όσο και κυρίως προς την Ανατολή. Συγκεκριμένα, η Γερμανία θα προσαρτούσε απευθείας τμήματα της Γαλλίας, του Βελγίου και ολόκληρο το Λουξεμβούργο ενώ στην ανατολή, οι ρωσικές κτήσεις θα κατακερματιζόντουσαν σε κράτη ανδρείκελα υπό γερμανική κυριαρχία (Πολωνία, Λιθουανία, Ηνωμένο Βαλτικό Δουκάτο που θα περιλάμβανε την Λετονία και την Εσθονία, Λευκορωσία και Ουκρανία). Τα νεότευκτα κράτη θα λειτουργούσαν ως ‘buffer zone’ ανάμεσα στη Γερμανία και την Ρωσία, ενώ η γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη θα διασφαλιζόταν με την δημιουργία μιας Οικονομικής και Τελωνειακής Ένωσης όπου θα μετείχαν τα ευρωπαϊκά κράτη (Feuchtwanger, E. 2002)
Ένα κομμάτι του Septemberprogramm υλοποιήθηκε με τη συνθήκη του Brest-Litovsk του 1918 (οι Μπολσεβίκοι παραχώρησαν γη και ύδωρ για να καταφέρουν την έξοδο από τον Α’Π.Π. ώστε να εστιάσουν στον μαινόμενο εμφύλιο πόλεμο). Η Γερμανία πράγματι υλοποίησε τις βλέψεις της προς ανατολάς, ωστόσο ο θρίαμβος ήταν εφήμερος. Η χώρα τελικά ηττήθηκε στον πόλεμο και όχι μόνο δεν κέρδισε νέα εδάφη, αλλά απώλεσε και ένα μεγάλο κομμάτι της επικράτειάς της.
Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, ο ζωτικός χώρος βρέθηκε στο κέντρο της εξωτερικής πολιτικής των ναζί και διαστρεβλώθηκε με την παρείσφρηση των αντιλήψεων περί αρίας φυλής. Σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση του ναζιστικού ‘Lebensraum’ ήταν ο γεωπολιτικός επιστήμονας Karl Haushofer. Ο Haushofer ενστερνιζόταν την ‘βιολογική’ θεωρία του Ratzel πως τα κράτη λειτουργούσαν σαν έμβια όντα και είχαν ανάγκη σε χώρο και πόρους για να επιβιώσουν και να ευημερούν. Βέβαια η χρήση του όρου από τους ναζί και τον ίδιο τον Χίτλερ λάμβανε υπόψη και το φυλετικό στοιχείο: ο ζωτικός χώρος και η εξασφάλιση του από τον Γερμανικό λαό ήταν το φυσικό του δικαίωμα εις βάρος των ‘υπανθρώπων της ανατολικής Ευρώπης’ (ιδεολογική τεκμηρίωση που θυμίζει έντονα το ‘manifest destiny των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, την πολιτιστική αντίληψη των Αμερικανών αποίκων που ήθελε την εξάπλωση σε ολόκληρη την Βόρεια Αμερική εις βάρος των αυτοχθόνων ιερή αποστολή και πεπρωμένο τους) (Dorpalen, A., 1942).
«Η Γερμανία πρέπει να βρει το θάρρος να συσπειρώσει τον λαό μας και τη δύναμη του για μια ώθηση στον δρόμο που θα τον οδηγήσει από τον τωρινό περιορισμένο ζωτικό χώρο σε νέες κτήσεις και χώμα, αποφεύγοντας έτσι τον κίνδυνο να εξαφανιστεί από την γη ή να υπηρετεί άλλους ως ένα έθνος ανδρείκελο» γράφει ο ίδιος ο Χίτλερ (Lange, K, 1965) Στο απόσπασμα αυτό από το Mein Kampf συνοψίζονται οι κύριοι στόχοι της χιτλερικής εξωτερικής πολιτικής. Η πρώτη στόχευση είναι ο πανγερμανισμός, η δημιουργία ενός κράτους που θα συσπειρώνει όλους τους γερμανικούς πληθυσμούς (Αυστρία, Σουδητία κλπ,). Όμως, η εξασφάλιση του ζωτικού χώρου ήταν ίσως το πιο σημαντικό βήμα για την θεμελίωση μίας αυτοκρατορίας που θα διαρκούσε χίλια χρόνια (Tausendjähriges Reich) και θα κυριαρχούσε στην Ευρώπη και στον κόσμο. Η αυτοκρατορία αυτή θα χτιζόταν πάνω στο αίμα των ‘υπανθρώπων’, καθότι ο επιδιωκόμενος ζωτικός χώρος στην ανατολή θα έπρεπε να ‘εκκαθαριστεί’ απ’ αυτούς. Όλα τα σλαβικά φύλα θα έπρεπε να εξοντωθούν ή να αφομοιωθούν, ενώ οι νέες περιοχές θα εποικιζόντουσαν από γερμανικούς πληθυσμούς (Το λεγόμενο Generalplan Ost) (Eichholtz, D., 2004).
Η ήττα της Γερμανίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν επέτρεψε την πραγμάτωση του τερατώδους αυτού σχεδίου. Ωστόσο, είναι εύστοχο να αναρωτηθεί κανείς, τι ενδιαφέρει τον μελετητή του 2021 το επεκτατικό σχέδιο της ναζιστικής Γερμανίας. Ως απάντηση δίνεται το γνωμικό του Santayana: όποιος δεν γνωρίζει το παρελθόν είναι καταδικασμένος να το επαναλάβει.
Γερμανικός και Τουρκικός αναθεωρητισμός: Μια συγκριτική προσέγγιση
Αρχικά είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί πως το συγκεκριμένο άρθρο δεν επιδιώκει την ταύτιση της ιδεολογίας της κυβερνώσας παράταξης της Τουρκικής Δημοκρατίας με την μισαλλοδοξία του εθνοσοσιαλισμού. Όσο δημοσιογραφικά (ή και εθνικά) προσφιλές και αν ακούγεται, ο πρόεδρος της Τουρκίας δεν λέγεται Hitl-erdogan. Η σύγκριση αφορά κυρίως στην αναθεωρητική πολιτική των δύο κρατών και των μέσων περάτωσης αυτής καθώς και το περιφερειακό – διεθνές σύστημα που λειτουργεί ή δεν λειτουργεί ως τροχοπέδη απέναντι στις βλέψεις τους.
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, γίνεται επίκληση σε ιστορικές αξιώσεις: Στην γερμανική περίπτωση η ίδια η χρήση του όρου – Τρίτο – Ράιχ παρέπεμπε σε μια απευθείας διαδοχή της Γερμανικής Αυτοκρατορίας (1871-1918) αλλά και της Άγιας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπό τον Καρλομάγνο (800- 1806). Η ιστορική αυτή σύνδεση ήταν στη ναζιστική αντίληψη συνυφασμένη με το εγγενές δικαίωμα της άριας φυλής να κυριαρχήσει στην γηραιά ήπειρο και στην περιοχή υπό τον έλεγχο των προκατόχων της ‘Τρίτης Αυτοκρατορίας’. Αντιστοίχως, η αναθεωρητική δράση του Ερντογάν ερείδεται στο γεγονός ότι πολλές από τις περιοχές στις οποίες υπάρχει τουρκικός δάκτυλος, υπήρξαν κτήσεις της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι το τέλος του Α’Π.Π.
Από τα βουνά του Καυκάσου, μέχρι τις ερήμους της Λιβύης, σχεδόν ολόκληρη η Βόρεια Αφρική, η Εγγύς Ανατολή και η Βαλκανική Χερσόνησος ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία της οποίας διάδοχος αποτελεί η σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία. Επειδή, βεβαίως, η απευθείας επανάκτηση των εδαφών αυτών είναι στρατιωτικά, νομικά και διεθνοπολιτικά ανέφικτη, το νέο-οθωμανικό όραμα ευαγγελίζεται την επιβολή της Τουρκίας ως κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη και πρωταγωνιστικό παίκτη σε οποιαδήποτε εξέλιξη στον χώρο που κάποτε κατείχε (Mikhail, A, 2020).
Άξια αναφοράς τυγχάνουν και τα κοινά σημεία των δύο ηγετών στο πως αντιλαμβάνονται τους δυτικούς-ευρωπαίους εταίρους: φυσικά ο ακρογωνιαίος λίθος του χιτλερικού αφηγήματος ήταν η κατάργηση της ‘άδικης και τρισκατάρατης’ Συνθήκης των Βερσαλλιών η οποία είχε επιβληθεί από τους Αγγλο-γάλλους. ‘Ιερό του λοιπόν καθήκον’ ήταν η ανατροπή ενός έξωθεν επιβληθέντος κατεστημένου που ήθελε να κρατήσει την Γερμανία μακριά από το μεγαλείο που της αρμόζει. (Weinberg, G., 2013) Αντιστοίχως και ο Ερντογάν έχει κατηγορήσει πολλές φορές την ‘Δύση’ ως τον αποδιοπομπαίο τράγο για τα προβλήματα της Τουρκίας και στην αντίληψη του, η Ευρώπη είναι η μόνη τροχοπέδη στο σχέδιο του για μια δύναμη διεθνούς εμβέλειας. Ας μην λησμονηθεί ότι η ρητορική ‘εμείς εναντίον όλων’ είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για την εσωτερική συσπείρωση και ηρωοποιεί τον εκάστοτε ηγέτη ως υπερασπιστή του έθνους κατά ‘Μεγάλων Δυνάμεων’ που το επιβουλεύονται.
Ως κοινό στοιχείο, όμως, πρέπει να καταγραφεί και η όμοια στάση που οι περισσότερες δυνάμεις είχαν κρατήσει απέναντι στις δύο χώρες, ήτοι ο κατευνασμός. Είτε το αίτιο ήταν η απροθυμία των Αγγλο-γάλλων να προσφύγουν εκ νέου σε πολεμική αναμέτρηση κατά της Γερμανίας, είτε οι στενοί οικονομικοί δεσμοί της Ε.Ε. με την Τουρκία και η στρόφιγγα των μεταναστευτικών ροών, οι δυνάμεις του status quo ανέχτηκαν την παράνομη δράση των αναθεωρητικών δυνάμεων και την δημιουργία τετελεσμένων.
Με συγκρατημένη αισιοδοξία και λαμβάνοντας υπόψη την ημερομηνία συγγραφής του άρθρου (Μάιος του 2021), το ποτήρι φαίνεται να έχει ξεχειλίσει για τους δυτικούς εταίρους της Τουρκίας, και η συνολική δυσαρέσκεια απέναντι στην αναθεωρητική χώρα φαίνεται να μεταφράζεται σε πράξεις (κυρώσεις, μη συμμετοχή σε συμπαραγωγή F-35 κλπ). Ωστόσο, όπως και στην γερμανική περίπτωση, χρειάστηκε να υπάρξει συνεχής και κατάφορη επεκτατική συμπεριφορά από την αναθεωρητική Τουρκία μέχρι να ληφθεί κάποιο αποφασιστικό μέτρο.
Περισσότερα στοιχεία, πηγές, βιβλιογραφία:
https://thesafiablog.com/2021/09/07/γερμανικος-και-νεο-οθωμανικος-αναθεω/
Η θεωρία του ζωτικού χώρου σε σχέση με τον σύγχρονο τουρκικό αναθεωρητισμό και την εξωτερική πολιτική της ναζιστικής Γερμανίας από τους Δημήτρη Καράμπαλη και Μάριο Λούφιρο, ερευνητές της Ομάδας Διεθνών Σχέσεων και Εξωτερικής Πολιτικής του SAFIA - Student Association For International Affairs.
Δημοσίευση σχολίου
Δημοσίευση σχολίου
Καλοδεχούμενα όλα τα σχόλια, επώνυμα και ανώνυμα. Πάντα όμως με σεβασμό στους άλλους αναγνώστες και στους νόμους. Ευχαριστούμε!