Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι είναι η αμυνόμενη πλευρά. Η διεθνοποίηση των ελληνοτουρκικών (παρά το ότι δεν έχει γίνει όπως και όσο θα έπρεπε) είναι το μέσο και όχι ο αυτοσκοπός. Ο αυτοσκοπός μας, αν θέλουμε να κάνουμε λόγο για μια αποτροπή η οποία δεν είναι κενή περιεχομένου, είναι η προστασία των εθνικών συμφερόντων τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας, της εθνικής κυριαρχίας και των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να συνδεθούμε με την ίδια την πραγματικότητα των ελληνοτουρκικών, τα οποία ελληνοτουρκικά βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Η διέξοδος της Πράγας έδειξε για ακόμη μια φορά τα όριά της, με τον Τούρκο πρόεδρο να μη διστάζει, μπροστά σε διεθνές ακροατήριο, να διατηρεί και να επαναλαμβάνει το casus belli εναντίον της Ελλάδας, το οποίο πλέον αφορά τη στρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών. Ασφαλώς πρόκειται για την αναβάθμιση της απειλής του 1995, η οποία δοκιμάστηκε στα Ίμια το 1996.
Δεύτερον, τον καθορισμό μιας αποτρεπτικής στρατηγικής η οποία θα κληθεί να απαντήσει στις τουρκικές απειλές. Η Τουρκία, όταν βλέπει την Ελλάδα να κάνει πισωγυρίσματα (π.χ. καλέσματα σε διάλογο χωρίς προεργασία για το πλαίσιο αυτού), τόσο περισσότερο πείθεται ότι η Ελλάδα θα κάνει πίσω με τις συνεχείς απειλές.
Μετά την πρόσκληση σε διάλογο (ΔΕΘ) η Τουρκία ξεκίνησε από το βήμα του ΟΗΕ να διασύρει με ψέματα την Ελλάδα, να χτίζει πάνω στο τουρκολιβυκό μνημόνιο και, τελικά, να έρχεται στην Πράγα με μια ατζέντα που η ελληνική πλευρά δεν θεωρούσε πιθανή (δεν πίστευε ότι ο Ερντογάν θα μιλούσε ανοικτά για τις τουρκικές απειλές). Τα επιχειρήματα που καταγράφονται στις ΗΠΑ από κορυφαίους στρατηγικούς αναλυτές, όπως είναι ο Ρούμπιν, στοιχειοθετούν έτι περαιτέρω ότι κανένα σοβαρό κράτος στον κόσμο δεν θεωρεί ότι ο Ερντογάν μπλοφάρει.
Η στάση του Ερντογάν στην Πράγα πρέπει να μας ανησυχήσει καθώς δεν δίστασε να απειλήσει την Ελλάδα και σε διεθνές ακροατήριο. Το αν εκτέθηκε, δεν είναι αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει, εδώ που έχουν φτάσει τα ελληνοτουρκικά. Άλλωστε, η προεκλογική καμπάνια του Ερντογάν θα είναι απόλυτα αντιδυτική, καθώς διακυβεύεται η ίδια του η ύπαρξη.
Επιπρόσθετα, η Ελλάδα οφείλει να αρχίσει να κάνει συζητήσεις με τη Συρία μέσω δυτικών συμμάχων και εταίρων, προκειμένου να δείξει στην Τουρκία ότι μπορεί να έχει και η Αθήνα παρουσία στο μαλακό της υπογάστριο. Άλλωστε, η τουρκική παρουσία στη Λιβύη δεν είναι μόνο επικίνδυνη από την άποψη μιας γεώτρησης, είναι επικίνδυνη και στρατιωτικά, προσπαθώντας να χτίσει μια αξιόπιστη απειλή νότια της Κρήτης.
Ένα ακόμη μεγάλο ζήτημα είναι ο πληροφοριακός πόλεμος: Τα fake news, τα οποία δυστυχώς υιοθετούνται και από μεγάλο αριθμό «ειδικών» και ΜΜΕ στην Ελλάδα. Στόχος των τουρκικών ψυχολογικών επιχειρήσεων είναι να χαλάσουν οι σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τη Γαλλία, θέλοντας να δημιουργήσουν κλίμα υποτέλειας της Ελλάδας, προκειμένου η ελληνική κοινή γνώμη να θεωρήσει την ελληνική απομόνωση ως «περήφανη πράξη».
Τόσο η αριστερή όσο και η ακροδεξιά αντιπολίτευση στην Ελλάδα συγκλίνουν, μέσα από άλλες οδούς, ότι η περιφερειακή αναβάθμιση της Ελλάδας από το 2010 και μετά δεν υφίσταται και ότι δεν κερδίζει η Ελλάδα κάτι από τις συμμαχίες με ΗΠΑ και Γαλλία (δηλώσεις που δείχνουν στρατηγικό αναλφαβητισμό αντίστοιχο με τους οπαδούς της Ελλάδας «γέφυρας» μεταξύ Τουρκίας και Δύσης) όταν η ίδια η Τουρκία μπορούσε να παίξει αυτόν τον ρόλο πολύ καλύτερα).
Περισσότερα:
* = Ο Αλέξανδρος Δρίβας είναι Διεθνολόγος - Συντονιστής του Τομέα Ευρασίας & Ν. Α. Ευρώπης στο ΙΔΙΣ - Research Fellow in HALC (Hellenic American Leadership Council)
Δημοσίευση σχολίου
Καλοδεχούμενα όλα τα σχόλια, επώνυμα και ανώνυμα. Πάντα όμως με σεβασμό στους άλλους αναγνώστες και στους νόμους. Ευχαριστούμε!